Ο Κυριάκος Μητσοτάκης, για ακόμη μια φορά, ετοιμάζεται να εξαγγείλει μια σειρά μέτρων που, αντί να δίνουν ουσιαστικές λύσεις στα πραγματικά προβλήματα της χώρας, μοιάζουν περισσότερο με προσωρινές «ενέσεις» που θα επιβαρύνουν μακροπρόθεσμα τους πολίτες. Παρά τις ανακοινώσεις που αναμένεται να γίνουν στη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης (ΔΕΘ), το κεντρικό πρόβλημα παραμένει: Ο πρωθυπουργός αποτυγχάνει να αντιληφθεί τη σοβαρότητα των παγκόσμιων γεγονότων και τον αντίκτυπο που έχουν στην ελληνική οικονομία και κοινωνία.
Η συνεχιζόμενη σύγκρουση στην Ουκρανία, η κρίση στη Μέση Ανατολή με τον πόλεμο στο Ισραήλ και η αστάθεια που αυτά προκαλούν σε παγκόσμιο επίπεδο, αποτελούν ζητήματα που παραβλέπει η κυβέρνηση Μητσοτάκη. Οι οικονομικές και ενεργειακές κρίσεις που προκύπτουν από τις πολεμικές συρράξεις επιβαρύνουν τους πολίτες, αλλά αντί να λαμβάνονται αποφάσεις με στρατηγική, παρουσιάζονται βραχυπρόθεσμες λύσεις που στοχεύουν αποκλειστικά στη διατήρηση των ψήφων.
Η υπόσχεση αύξησης του εισοδήματος για κάποιες ομάδες, όπως οι γιατροί και οι ένστολοι, ίσως δίνει κάποια ανάσα, αλλά στην πραγματικότητα δεν απαντά στις δομικές αδυναμίες του συστήματος υγείας και της δημόσιας διοίκησης. Η στήριξη του ΕΣΥ, μια πολυαναμενόμενη κίνηση, δεν φαίνεται να βασίζεται σε κάποια μακροπρόθεσμη στρατηγική, αλλά μάλλον σε μια αποσπασματική προσέγγιση που δεν θα είναι επαρκής για να καλύψει τα τεράστια κενά που έχουν δημιουργηθεί τα τελευταία χρόνια.
Στον τομέα των φορολογικών ελαφρύνσεων, η κυβέρνηση παρουσιάζει τη μείωση του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης στους αγρότες ως μια μεγάλη επιτυχία. Ωστόσο, αυτό το μέτρο είναι ουσιαστικά ένα «κλείσιμο ματιού» προς μια συγκεκριμένη επαγγελματική ομάδα, ενώ η συνολική οικονομική κατάσταση της χώρας συνεχίζει να επιβαρύνεται από τη συνεχή υποτίμηση των μικρομεσαίων επιχειρήσεων και τη φορολογική επιβάρυνση των υπόλοιπων επαγγελματικών ομάδων.
Τα μέτρα για την αγορά ακινήτων και ειδικότερα για τις βραχυχρόνιες μισθώσεις τύπου Airbnb είναι ενδεικτικά της κοντόφθαλμης πολιτικής που εφαρμόζεται. Η απαγόρευση νέων αδειών σε κορεσμένες περιοχές της Αθήνας μπορεί να μοιάζει με κίνηση που θα προστατέψει τους ενοικιαστές, αλλά μακροπρόθεσμα θα περιορίσει την ανάπτυξη και θα οδηγήσει σε περαιτέρω αύξηση των τιμών ακινήτων και ενοικίων. Η επιβολή τριετούς φορολογικής απαλλαγής στους ιδιοκτήτες που θα διαθέσουν τα ακίνητά τους για μακροχρόνιες μισθώσεις είναι μια βραχυπρόθεσμη λύση που δεν επιλύει τα προβλήματα της υπερβολικής ανόδου των τιμών της αγοράς στέγης.
Παράλληλα, οι αυξήσεις σε επιδόματα όπως το επίδομα τέκνου ή το ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα, φαίνονται ως φιλολαϊκά μέτρα, αλλά μακροπρόθεσμα δημιουργούν ένα φαύλο κύκλο εξάρτησης από κρατικές παροχές χωρίς να προωθούν την αυτοδυναμία και την ανάπτυξη της οικονομίας. Αντί να αντιμετωπίσει τη δημογραφική κρίση μέσω ουσιαστικών μεταρρυθμίσεων, ο πρωθυπουργός αρκείται σε αυξήσεις επιδομάτων που προσφέρουν πρόσκαιρη ανακούφιση, αλλά χωρίς να παρέχουν μακροπρόθεσμα κίνητρα για ανάπτυξη.
Σε μια εποχή που η παγκόσμια οικονομία πλήττεται από συνεχείς κρίσεις και αβεβαιότητες, η κυβέρνηση Μητσοτάκη παραμένει αφοσιωμένη σε πολιτικές βραχυπρόθεσμης επιβίωσης. Τα μέτρα που εξαγγέλλονται στη ΔΕΘ μπορεί να έχουν προσωρινό θετικό αντίκτυπο σε συγκεκριμένες ομάδες, αλλά συνολικά ενισχύουν την ανισότητα και επιβαρύνουν περαιτέρω τα μεσαία και χαμηλά στρώματα της ελληνικής κοινωνίας.
Επιπλέον, η συνολική διαχείριση της πανδημίας, της οικονομικής κρίσης και των φυσικών καταστροφών έχει οδηγήσει σε βαθιά απογοήτευση τον ελληνικό λαό. Οι πυρκαγιές, οι πλημμύρες και η καταστροφή υποδομών που ακολούθησαν έχουν δείξει ότι ο κ. Μητσοτάκης αποτυγχάνει να εφαρμόσει μια πραγματική στρατηγική ανάπτυξης και προστασίας της χώρας. Αντί για αποφασιστικές κινήσεις που θα προστατεύσουν την κοινωνία από μελλοντικές κρίσεις, παρατηρούμε αποσπασματικές πολιτικές που αποτυγχάνουν να θωρακίσουν τη χώρα.
Το συμπέρασμα είναι ότι η κυβέρνηση Μητσοτάκη, αντί να αναγνωρίζει τη σοβαρότητα των παγκόσμιων γεγονότων και των προκλήσεων που αντιμετωπίζει η Ελλάδα, συνεχίζει να λειτουργεί με κοντόφθαλμες πολιτικές που μπορεί να είναι δημοφιλείς για το παρόν, αλλά θα έχουν μακροχρόνιες αρνητικές επιπτώσεις στην οικονομία και στην κοινωνία.